- μπερντές
- οπληθ. -έδες (λ. τουρκ.), υφασμάτινο παραπέτασμα, κουρτίνα: Κρύφτηκε πίσω από τον μπερντέ.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
μπερντές — και μπερτές, ο 1. παραπέτασμα πόρτας ή παραθύρου, κουρτίνα 2. αυλαία θεάτρου 3. λαϊκή ονομασία τού καταρράκτη τών ματιών 4. φρ. «καραγκιόζ μπερντές» λευκή οθόνη πάνω στην οποία προβάλλονται οι σκιές τού θεάτρου τού καραγκιόζη. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ … Dictionary of Greek
καραγκιόζ-μπερντές — ο η οθόνη τού θεάτρου σκιών και συνεκδ. το ίδιο το θέατρο τού καραγκιόζη. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. τού τουρκ. karagoz perde] … Dictionary of Greek
καραγκιόζης — Ελληνική παραλλαγή του θεάτρου σκιών, μιας τέχνης που είναι διαδεδομένη σε ολόκληρη την Ανατολή, με κεντρικό ήρωα την ομώνυμη φιγούρα. Η καταγωγή του Κ. παραμένει αδιευκρίνιστη. Έρευνες που έχουν διεξαχθεί κατά καιρούς έχουν επιχειρήσει να… … Dictionary of Greek
παρασκήνιο — το / παρασκήνιον, ΝΑ θεατρ. ο δίπλα από τη σκηνή τού θεάτρου χώρος νεοελλ. 1. καθένα από τα ορθογώνια πλαίσια πάνω στα οποία εκτείνονται τα σκηνογραφήματα, δεξιά και αριστερά τής σκηνής και τα οποία κρύβουν από τους θεατές το εσωτερικό της, αλλ.… … Dictionary of Greek
παραπέτασμα — το, ατος προκάλυμμα, κουρτίνα, μπερντές, τέντα, διαχώρισμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)